Η πανδημία και η οικονομική ύφεση αλλάζουν τον «χάρτη» των ελληνικών εξαγωγών – Αναβαθμίζονται οι Γαλλία και Ισπανία ενώ υποχωρούν οι Τουρκία και Μεγάλη Βρετανία

0
4893

Ο κορονοϊός, η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας και ο ταχύτερος ψηφιακός μετασχηματισμούς της, οι διεθνείς τιμές πετρελαίου, οι γεωπολιτικές εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο, ο προστατευτισμός των ΗΠΑ αλλά και το πλαίσιο που θα διέπει τις σχέσεις της ΕΕ με τη Μεγάλη Βρετανία μετά το BREXIT αλλάζουν το προφίλ των ελληνικών εξαγωγών.

Η Γαλλία, η Ισπανία και η Ρουμανία κερδίζουν σταδιακά έδαφος στο χάρτη των εξαγωγών μας, ενώ υποχωρούν η Τουρκία και η Μεγάλη Βρετανία. Σύμφωνα με τα στοιχεία των εξαγωγέων, οι ελληνικές εξαγωγές, κόντρα στο αντίξοο περιβάλλον, πετυχαίνουν να συγκρατήσουν τις απώλειες από την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, με αιχμή τα αγροτικά προϊόντα και τα χημικά είδη. Ωστόσο επείγει η διαμόρφωση ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου.

Σημειώνεται ότι, όπως ανακοινώθηκε από την ΕΛΣΤΑΤ, η ελληνική οικονομία εισήλθε σε ύφεση, της τάξης του 15,2%, τη δύσκολη περίοδο Απριλίου – Ιουνίου, «αντανακλώντας» τις επιπτώσεις στο ΑΕΠ της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων που τέθηκαν σε ισχύ και είχαν ως αποτέλεσμα την πτώση της κατανάλωσης, των εξαγωγών και των ιδιωτικών επενδύσεων. Στο μεταξύ όμως, η ύφεση δεν «χτύπησε» μόνο τη χώρα μας αλλά και τις αγορές – πελάτες των ελληνικών εξαγωγών καθώς η Ευρώπη είναι ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της χώρας μας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία, υψηλότερη ύφεση από τη χώρα μας, κατέγραψαν η Ισπανία (22,1%), η Γαλλία (19%), η Ιταλία (17,3%) και η Πορτογαλία (16,3%). Η Ιταλία εξακολουθεί και κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020 να αποτελεί το σημαντικότερο προορισμό των ελληνικών εξαγωγών, παρότι καταγράφεται σημαντική μείωση (-14,9%) των ελληνικών αποστολών. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Γερμανία και ακολουθούν στην τρίτη η Κύπρος και στην τέταρτη θέση η Βουλγαρία με άνοδο μίας θέσης στη σχετική κατάταξη από το 2019, παρά την ελαφρά μείωση των εξαγωγών. Η θέση της Γαλλίας βελτιώνεται και χειροτερεύει της Τουρκίας Η πορεία των ελληνικών εξαγωγών προς τη Γαλλία εξακολουθεί να κατέχει το δυναμισμό των τελευταίων ετών και σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία παρουσιάζουν αύξηση οι αποστολές ελληνικων προϊόντων, +36,7%, στην οποία σημαντικό ρόλο έχουν οι εξαγωγές χημικών προϊόντων (φάρμακα).

Έτσι η Γαλλία σκαρφάλωσε κατά 5 θέσεις στη λίστα των εξαγωγών μας και από τη 10η θέση βρέθηκε στην 5η θέση στη λίστα των κυριότερων προορισμών ελληνικών προϊόντων, αφήνοντας πίσω της στην 6η θέση την Τουρκία, προς την οποία η μεγάλη μείωση των εξαγωγών ελληνικών προϊόντων, οδήγησε στην απώλεια δύο θέσεων στη σχετική λίστα. Σε ό,τι αφορά στη μείωση των ελληνικών εξαγωγών προς τη Τουρκία, σύμφωνα με τα στοιχεία των εξαγωγέων, αυτή οφείλεται κατά πρώτον στη μείωση των εξαγωγών πετρελαιοειδών και δευτερευόντως στη μείωση εξαγωγών πρώτων υλών (αν και καταγράφεται αύξηση των εξαγωγών χημικών προϊόντων). Αν εξαιρεθούν τα πετρελαιοειδή, η συνολική μείωση των εξαγωγών διαμορφώνεται μόλις στο -5,8%. Σε μεγάλο βαθμό, η μείωση των εξαγωγών πετρελαιοειδών οφείλεται στη σημαντική μείωση των τιμών του πετρελαίου που έχει συντελεστεί τους τελευταίους μήνες.

Αυτό επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι ενώ η αξία εξαγωγών πετρελαιοειδών είναι μειωμένη κατά -40,2%, η ποσότητα εξαγωγών είναι μειωμένη κατά -11,3%. Κι άλλες ανακατατάξεις Στην έβδομη θέση, με άνοδο δύο θέσεων (από την ένατη) βρίσκεται η Ισπανία ενώ στην όγδοη θέση υποχώρησαν οι ΗΠΑ, χάνοντας 2 θέσεις (από την έκτη). Η Ρουμανία καταλαμβάνει την ένατη έναντι της 11ης θέσης που κατείχε στο πρώτο εξάμηνο του 2019. Την πρώτη δεκάδα συμπληρώνει το Ηνωμένο Βασίλειο το οποίο υποχώρησε από την όγδοη στη δέκατη θέση.

Πλην της πρώτης δεκάδας των χωρών-πελατών των ελληνικών προϊόντων για το πρώτο τρίμηνο του 2020, αξίζει να σημειωθεί, η άνοδος στην κατάταξη της Πολωνίας (14η θέση από 21η) της Ιαπωνίας (22η θέση από 42η) καθώς και της Νότιας Κορέας (30η θέση από 50η) σε σχέση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2019. Από την άλλη, σημαντική υποχώρηση εμφανίζει στην κατάταξη ο Λίβανος  (13η θέση από 7η) και η Βραζιλία (76η θέση από 38η). Ως προς τους προορισμούς των ελληνικών εξαγωγών ανά οικονομική ένωση, σημειώνεται μείωση κατά -2,4% προς την Ε.Ε., οι αποστολές  προς τις 18 χώρες της Ευρωζώνης, μειώθηκαν κατά -4,4%, ενώ πτωτικά κινήθηκαν και οι εξαγωγές προς τις χώρες του ΟΟΣΑ, κατά -5% και προς τις χώρες του G7 κατά -1,3%. Οι εξαγωγές προς τις αναδυόμενες BRICS μειώθηκαν σημαντικά κατά -29%, όπως και προς τις πετρελαιοπαραγωγικές χώρες του OPEC κατά -36,1%. Προς τις χώρες του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου η συρρίκνωση ήταν της τάξεως του -46,1%.   Στην ίδια κατεύθυνση, πτωτικά, κινήθηκαν οι αποστολές ελληνικών προϊόντων στις χώρες της Οικονομικής Συνεργασίας Μαύρης Θάλασσας (ΟΣΕΠ) κατά -10,3% αλλά και προς τις χώρες της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης (-14%). Τέλος, οι χαμηλές σε αξία εξαγωγές προς τις χώρες της MERCOSUR μειώθηκαν κατά -44,7%.

Η φέτα πρωταγωνιστεί στις εξαγωγές τροφίμων

Η μεγάλη υποχώρηση της αξίας των εξαγωγών (αλλά και των εισαγωγών κατ’ αντιστοιχία) των πετρελαιοειδών, οφείλεται στην πολύ μεγάλη πτώση των διεθνών τιμών του πετρελαίου, λόγω της μεγάλης μείωσης της παγκόσμιας ζήτησης πετρελαίου, ως συνέπεια της πανδημίας.

Την ίδια ώρα, συμβάλλουν σημαντικά στις αντοχές που επιδεικνύουν οι ελληνικές εξαγωγές, οι αυξήσεις των αποστολών των αγροτικών προϊόντων, που κυρίως κατευθύνονται προς χώρες της Ε.Ε. αλλά και αυτές των χημικών προϊόντων, που επίσης κατευθύνονται κυρίως προς χώρες της Ε.Ε. και ορισμένες από τις Τρίτες Χώρες (για παράδειγμα σε Τουρκία, ΗΑΕ, Αυστραλία κ.ά.).

Ως προς τη σύνθεση των εξαγωγών κατά μεγάλες κατηγορίες προϊόντων, η μείωση (-12,2%) οφείλεται στο μεγαλύτερο βαθμό στην πολύ μεγάλη υποχώρηση της αξίας των εξαγωγών των πετρελαιοειδών/καυσίμων κατά -38,6%. Σημαντική μείωση εμφανίζουν και οι εξαγωγές των πρώτων υλών κατά -24,3%, ενώ μικρή υποχώρηση καταγράφεται και για τις εξαγωγές των βιομηχανικών προϊόντων (κατά -1,2%) αλλά και των, χαμηλών σε αξία, ειδών και συναλλαγών μη ταξινομημένων κατά κατηγορίες κατά -7,1%.

Η μόνη κατηγορία προϊόντων που οι εξαγωγές τους στο πρώτο εξάμηνο του 2020 κινήθηκαν ανοδικά, είναι τα αγροτικά προϊόντα, με αύξηση 11,7%. Τα προϊόντα πετρελαίου αποτελούν και για το εξάμηνο Ιανουάριος-Ιούνιος 2020, το κυριότερο εξαγώγιμο προϊόν της χώρας, παρά τη μεγάλη μείωση (-39,7%) που σημείωσαν οι εξαγωγές τους.

Στη 2η θέση, με τεράστια αύξηση 59,7% ακολουθούν τα φάρμακα, στην 3η θέση βρίσκονται, όπως και το αντίστοιχο εξάμηνο του 2019, τα προϊόντα αλουμινίου, ενώ στην 4η θέση «σκαρφάλωσαν» (από τη 14η) τα άλλα τυριά (των οποίων το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών είναι η φέτα). Στην 5η θέση (από 6η) στη λίστα των κυριότερων εξαγώγιμων ελληνικών προϊόντων βρίσκονται οι εξαγωγές μη κατεψυγμένων λαχανικών, στην 6η ανέρχεται (από τη 14η θέση) το παρθένο ελαιόλαδο και στην 7η παραμένουν τα ιχθυηρά.

Τις θέσεις 8 έως 10 συμπληρώνουν κατά σειρά, οι εξαγωγές σωλήνων κάθε είδους (από την 5η θέση), οι αυτόματες μηχανές επεξεργασίας πληροφοριών (ήταν στην 9η θέση και το πρώτο εξάμηνο του 2019) και τα εμπιστευτικά προϊόντα, τα οποία καταγράφουν άνοδο μίας θέσεις (από 11η). Όπως έχει δηλώσει η Πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων, κυρία Χριστίνα Σακελλαρίδη: «με την οικονομία σε ύφεση ήρθε η ώρα από την Εξωστρέφεια Ανάγκης να περάσουμε στην Εξωστρέφεια Ευκαιρίας».

Ο χάρτης Πιο συγκεκριμένα, η μείωση προς την ΕΕ, είναι στο -2,4%, ενώ η μείωση προς Τρίτες Χώρες είναι της τάξης του -22,5%. Οι εξαγωγές που κατευθύνονται προς χώρες της ΕΕ είναι πλέον το 57,2% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών, έναντι 42,8% που κατευθύνονται προς Τρίτες Χώρες.

Αναλυτικότερα:

Οι εξαγωγές προς την Ευρωπαϊκή Ένωση  

Πιο αναλυτικά, οι αποστολές προς την Ε.Ε. διαμορφώθηκαν στα 8.356,7 εκ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2020, από 8.558,6 εκ. ευρώ κατά το αντίστοιχο εξάμηνο του 2019. Η μείωση κατά -4,4% (από 6.571,5 εκ. ευρώ σε 6.282,8 εκ. ευρώ) των εξαγωγών προς την Ευρωζώνη (18), που απορρόφησε το 43% των συνολικών εξαγωγών στο εξεταζόμενο εξάμηνο, προκύπτει μέσα από μια αυξητική τάση προς μόλις 5 από τους προορισμούς της Ευρωζώνης και μια πτωτική τάση – σε κάποιες περιπτώσεις μεγάλη – για τους υπόλοιπους.

Πιο συγκεκριμένα, για τους έντεκα κυριότερους προορισμούς εντός Ευρωζώνης: οι εξαγωγές προς την Ιταλία – κυριότερη χώρα προορισμού ελληνικών εξαγωγών – εμφανίζουν σημαντική πτώση κατά -14,9% (από 1.839,7 εκ. ευρώ σε 1.564,7 εκ ευρώ), προς τη Γερμανία σημειώνουν σημαντική άνοδο κατά 11,7% (από 1.070,8 εκ. ευρώ σε 1.196,1 εκ. ευρώ) ενώ μικρή πτώση καταγράφεται προς την Κύπρο -4,9% (από 936,4 εκ. ευρώ σε 890,5 εκ. ευρώ).

Ακολουθούν στη σειρά – με κριτήριο την αξία εξαγωγών – η Γαλλία με μεγάλη αύξηση εξαγωγών κατά 36,7% (από 551,2 εκ. ευρώ σε 753,6 εκ. ευρώ), στην οποία σημαντικό ρόλο παίζουν οι εξαγωγές χημικών προϊόντων.

Η Ισπανία εμφανίζει σταθερότητα στις αποστολές στα 563 εκ. ευρώ και η Ολλανδία αύξηση 10,3% (από 325,2 εκ. ευρώ σε 358,7 εκ. ευρώ). Την 7η θέση στη σχετική λίστα, καταλαμβάνουν οι εξαγωγές προς το Βέλγιο οι οποίες όμως μειώθηκαν σημαντικά κατά -18,9% (από 267,1 εκ. ευρώ σε 216,5 εκ. ευρώ), σε αντίθεση με τις αποστολές προς την Αυστρία οι οποίες αυξήθηκαν κατά 17,1% (από 148,8 εκ. ευρώ σε 174,2 εκ. ευρώ).

Τον κατάλογο με τις κυριότερες αγορές ελληνικών προϊόντων από τις χώρες της Ευρωζώνης συμπληρώνουν τρεις ακόμη προορισμοί. Συγκεκριμένα, οι ελληνικές εξαγωγές προς τη Σλοβενία μειώθηκαν πάρα πολύ, κατά -59% (από 321,7 εκ. ευρώ σε 132 εκ. ευρώ), προς τη Μάλτα μειώθηκαν κατά -23,9% (από 159,3 εκ. ευρώ σε 121,1 εκ. ευρώ) και τέλος προς την Πορτογαλία υπάρχει επίσης πτώση κατά -17,2% (από 100,9 εκ. ευρώ σε 83,5 εκ. ευρώ). Όσον αφορά στις χώρες-μέλη της Ε.Ε. που δεν ανήκουν στην Ευρωζώνη, οι εξαγωγές κινήθηκαν ανοδικά προς αυτές κατά 4,4% και ανήλθαν στα 2.073,9 εκ. ευρώ από 1.987 εκ. ευρώ .

Η Βουλγαρία – κυριότερος πελάτης για τα ελληνικά προϊόντα στην εν λόγω κατηγορία χωρών – εμφανίζει ουσιαστικά στασιμότητα των εξαγωγών (-0,9%) από 745,8 εκ. ευρώ σε 739 εκ. ευρώ και ακολουθούν (με βάση το μέγεθος των εξαγωγών): η Ρουμανία με αύξηση κατά 4,6% (από 497 εκ. ευρώ σε 519,8 εκ. ευρώ), η Πολωνία με σημαντική άνοδο κατά 14,5% (από 244,1 εκ. ευρώ σε 279,3 εκ. ευρώ), η Τσεχία οι εξαγωγές προς την οποία κατέγραψαν μεγάλη αύξηση της τάξεως του 32% (από 112,9 εκ. ευρώ σε 149 εκ. ευρώ) και η Ουγγαρία επίσης με μεγάλη αύξηση (26,4%, από 99,7 εκ. ευρώ σε 125,9 εκ. ευρώ). Στα ίδια σχεδόν επίπεδα με το πρώτο εξάμηνο του 2019, καταγράφονται οι εξαγωγές προς Σουηδία (στα 100 εκ. ευρώ) και προς Δανία (στα 93,1 εκ. ευρώ). Τέλος, σημαντική υποχώρηση (-29%) σημειώνουν οι εξαγωγές προς την Κροατία (από 95,4 εκ. ευρώ σε 67,7 εκ. ευρώ).

Οι εξαγωγές προς Τρίτες Χώρες Τουρκία  

Τα μεγαλύτερα μερίδια ελληνικών εξαγωγών εκτός προορισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφορούν αποστολές προς τις Λοιπές Χώρες της Ευρώπης (πλην Ε.Ε.) με μερίδιο 17%, αλλά σημαντικά μειωμένες στο πρώτο εξάμηνο του 2020 κατά -16,5% και προς την περιοχή της Μ. Ανατολής και Β. Αφρικής (μερίδιο 10,5% στο σύνολο των ελληνικών εξαγωγών), η υποχώρηση των οποίων είναι ακόμα μεγαλύτερη (-38,7%).

Αξιοσημείωτα μερίδια διατηρούν οι εξαγωγές προς τις Χώρες της Ασίας (πλην Μ.Ανατολής) (6,7%) και προς τη Β. Αμερική (4,8%) παρά την καταγραφόμενη μείωση των εξαγωγών κατά -4,5% και -15,1%, αντιστοίχως. Οι εξαγωγές προς τις Λοιπές Χώρες της Ευρώπης (πλην Ε.Ε.) καταγράφουν σημαντική μείωση για το πρώτο εξάμηνο του 2020, της τάξης του -16,5%. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι στους 4 κυριότερους προορισμούς, παρατηρούνται μειώσεις των ελληνικών εξαγωγών. Συγκεκριμένα, οι εξαγωγές προς την Τουρκία συρρικνώθηκαν κατά -23,6% (σε 675,7 εκ. ευρώ από 884,6 εκ. ευρώ), γεγονός που οδήγησε στην υποχώρησή της από την 4η θέση στην 6η στην κατάταξη των κυριότερων προορισμών ελληνικών προϊόντων.

Μικρότερη αλλά σημαντική ποσοστιαία μείωση, καταγράφουν οι εξαγωγές προς το Ηνωμένο Βασίλειο (-14,6%), στα 515,2 εκ. ευρώ από 603,6 εκ. ευρώ. Κατά πολύ μειωμένες είναι και οι εξαγωγικές επιδόσεις της χώρας μας προς τη Βόρεια Μακεδονία κατά -29% (σε 269,7 εκ. ευρώ από 379,8 εκ. ευρώ), ενώ μικρότερη μείωση καταγράφεται και προς την Αλβανία κατά -14,2% (σε 255,2 εκ. ευρώ από 297,5 εκ. ευρώ). Από την άλλη, πολύ μεγάλη άνοδος των εξαγωγών καταγράφεται προς το Γιβραλτάρ κατά 30% (σε 237,7 εκ. ευρώ από 182,8 εκ. ευρώ) και μικρότερη αύξηση προς τη Σερβία κατά 5,8% (σε 134,4 εκ. ευρώ από 127 εκ. ευρώ), ενώ οι εξαγωγές προς την Ουκρανία, από τους προορισμούς με αξία εξαγωγών άνω των 100 εκ. ευρώ υποχωρούν οριακά (-1,6%, από 113,5 εκ. ευρώ σε 111,7 εκ. ευρώ). Οι ελληνικές εξαγωγές προς την περιοχή της Μ. Ανατολής και Β. Αφρικής σημειώνουν πολύ μεγάλη πτώση κατά -38,7% (από 2.501,5 εκ. ευρώ σε 1.534,5 εκ. ευρώ). Συγκεκριμένα, και για τις 9 χώρες που αποτελούν τους κυριότερους πελάτες ελληνικών προϊόντων στην περιοχή, εμφανίζονται πτωτικές τάσεις των εξαγωγών, οι περισσότερες εξ αυτών σε μεγάλα ποσοστά.

Σημαντικό ρόλο στην υποχώρηση των ελληνικών εξαγωγών στην εν λόγω περιοχή παίζει η μεγάλη μείωση των διεθνών τιμών του πετρελαίου, καθώς στους κύριους προορισμούς ελληνικών προϊόντων της Μ. Ανατολής και Β.Αφρικής (για παράδειγμα Λίβανος και Αίγυπτος), κατευθύνονται σημαντικές ποσότητες πετρελαιοειδών. Πιο αναλυτικά, με κριτήριο την αξία των εξαγωγών κατά το διάστημα Ιανουάριος-Ιούνιος του 2020, πρώτος πελάτης των ελληνικών προϊόντων για την περιοχή αναδεικνύεται ο Λίβανος με πολύ μεγάλη όμως μείωση -50,2% των αποστολών (στα 301,6 εκ. ευρώ από 606 εκ. ευρώ).

Ακολουθεί η Αίγυπτος με επίσης μεγάλη πτώση -41,2% (στα 257,9 εκ. ευρώ από 438,7 εκ. ευρώ) και η Λιβύη η οποία όμως καταγράφει μικρότερη μείωση των ελληνικών εξαγωγών κατά -10,8% (στα 210,9 εκ. ευρώ από 236,5 εκ. ευρώ). Την 4η θέση της σχετικής λίστας συνεχίζει να κατέχει το Ισραήλ με σημαντική μείωση των εξαγωγών -36,4% (στα 170,1 εκ. ευρώ από 267,6 εκ. ευρώ), ενώ στην 5η θέση – από την 3η που κατείχε στο 2019 – υποχώρησε η Σαουδική Αραβία προς την οποία δεν εξήχθει ούτε το ήμισυ των αποστολών του πρώτου εξαμήνου του 2019 (-62,8%, στα 158,3 εκ. ευρώ από 425,4 εκ. ευρώ). Ακολουθούν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα προς τα οποία οι ελληνικές αποστολές μειώθηκαν ελαφρά κατά -5,1% (στα 111,9 εκ. ευρώ από τα 117,9 εκ. ευρώ), η Τυνησία, με μικρή πτώση των εξαγωγών κατά -7,8% (στα 98,9 εκ. ευρώ από 107,3 εκ. ευρώ), και η Αλγερία με μεγάλη υποχώρηση -38,7% (στα 72,7 εκ. ευρώ από 118,5 εκ. ευρώ). Ο σχετικός κατάλογος κλείνει με τις εξαγωγές προς το Μαρόκο που καταγράφουν επίσης πολύ μεγάλη μείωση -48,7% (στα 32,6 εκ. ευρώ από τα 63,5 εκ. ευρώ). Οι εξαγωγές προς τις Χώρες της Ασίας (πλην Μέσης Ανατολής) κατά το διάστημα Ιανουάριος-Ιούνιος 2020 εμφάνισαν μικρή μείωση της τάξης του -4,5% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό εξάμηνο. Ανήλθαν στα 978,4 εκ. ευρώ από 1.024,1 εκ. ευρώ.

Κίνα

Πιο αναλυτικά, με σειρά βάσει αξίας εξαγωγών, πρώτος πελάτης των ελληνικών προϊόντων στην εξεταζόμενη περιοχή αναδεικνύεται για το πρώτο εξάμηνο 2020 η Κίνα με μείωση όμως των εξαγωγών κατά -19,5% (από 481,2 εκ. ευρώ σε 387,4 εκ. ευρώ), γεγονός το οποίο δεν επηρέασε αρνητικά τη σειρά κατάταξης της, αντιθέτως ανήλθε στην 11η θέση των κυριότερων προορισμών ελληνικών εξαγώγιμων προϊόντων, σε σχέση με τη 12η που βρισκόταν στο πρώτο εξάμηνο του 2019. Στη 2η θέση της σχετικής κατάταξης, βρίσκεται η Ιαπωνία, οι εξαγωγές προς την οποία σχεδόν διπλασιάστηκαν στο εξεταζόμενο εξάμηνο και έφτασαν στα 170,2 εκ. ευρώ από 86,9 εκ. ευρώ το αντίστοιχο περσινό διάστημα.

Ακολουθεί η Νότια Κορέα, οι εξαγωγές προς την οποία αυξήθηκαν πάρα πολύ, κατά 69,3% (από 70,2 εκ. ευρώ σε 118,8 εκ. ευρώ). ‘Αξιες αναφοράς, είναι οι αυξήσεις στις εξαγωγές προς την Ταϊβάν (σχεδόν τετραπλασιασμός) στα 31,4 εκ. ευρώ από 7,6 εκ. ευρώ και προς την Ταϊλάνδη κατά +18,5% (από 26,8 εκ. ευρώ σε 31,7 εκ. ευρώ).

Από την άλλη, καταγράφονται οι σημαντικές μειώσεις των εξαγωγών προς το Χογκ Κογκ κατά -23,8% (από 43,7 εκ. ευρώ σε 33,3 εκ. ευρώ), προς την Ινδία κατά -26,3% (από 43,1 εκ. ευρώ σε 31,8 εκ. ευρώ), προς την Ινδονησία κατά -45,7% (από 46,6 εκ. ευρώ σε 25,3 εκ. ευρώ) και προς τη Γεωργία κατά -47,2% (από 43,4 εκ. ευρώ σε 22,9 εκ. ευρώ). Η πτωτική πορεία κατά -15,1% των εξαγωγών προς τη Β. Αμερική (από 831,8 εκ. ευρώ σε 706,4 εκ. ευρώ), οφείλεται στη μείωση των αποστολών προς όλους τους πελάτες των ελληνικών προϊόντων στην εν λόγω περιοχή.

Ο περιορισμός των εξαγωγών προς τις ΗΠΑ, κατά ποσοστό -15,9% (από 671,6 εκ. ευρώ σε 565 εκ. ευρώ), οφείλεται στη μείωση της αξίας των αποστολών πετρελαιοειδών αλλά και της υποκατηγορίας «βιομηχανικά είδη κυρίως ταξινομημένα κατά πρώτη ύλη». Όσον αφορά στους λοιπούς προορισμούς, οι εξαγωγές προς το Μεξικό υποχωρούν κατά -17,2% (από 87,4 εκ. ευρώ σε 72,4 εκ. ευρώ) και προς τον Καναδά κατά -5,1% (από 72,8 εκ. ευρώ σε 69,1 εκ. ευρώ).

Προκειμένου να ολοκληρωθεί ο χάρτης των προορισμών των ελληνικών εξαγωγών, παρατίθενται παρακάτω τα στοιχεία για τις αποστολές προς τις υπόλοιπες περιοχές, οι οποίες όμως συγκεντρώνουν πολύ μικρό μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών. Συγκεκριμένα, οι χαμηλές σε αξία εξαγωγές προς τις Λοιπές Χώρες της Αμερικής, μειώθηκαν σχεδόν στο ήμισυ της αξίας τους κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020 (-51,1%) και ανήλθαν στα 113,2 εκ. ευρώ από 231,7 εκ. ευρώ το αντίστοιχο περσινό πρώτο εξάμηνο. Η πτώση αυτή οφείλεται στις μεγάλες μειώσεις των αποστολών προς τον Παναμά (από 95,9 εκ. ευρώ στα 51,3 εκ. ευρώ) και προς τη Βραζιλία (από 93 εκ. ευρώ στα 12,7 εκ. ευρώ) και αφορούν σχεδόν αποκλειστικά εξαγωγές πετρελαιοειδών. Η μείωση των εξαγωγών προς τις δύο προαναφερόμενες χώρες, υπερκάλυψαν τη μεγάλη αύξηση των εξαγωγών προς τη Χιλή (από 9,2 εκ. ευρώ στα 23,3 εκ. ευρώ).

Οι εξαγωγές προς τις Χώρες της Αφρικής (πλην Βόρειας Αφρικής) κατά το  διάστημα Ιανουάριος-Ιούνιος 2020 συρρικνώθηκαν κατά -45,9% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό εξάμηνο και παρέμειναν πολύ χαμηλές σε αξία, αφού ανήλθαν στα 57,4 εκ. ευρώ από 106 εκ. ευρώ. Ως προς τους κύριους πελάτες των ελληνικών προϊόντων στην εν λόγω περιοχή, αξίζει να αναφερθεί ότι οι εξαγωγικές επιδόσεις κατέγραψαν σημαντικές πτωτικές τάσεις. Πιο συγκεκριμένα, οι εξαγωγές προς τη Δημ. Νοτίου Αφρικής μειώθηκαν κατά -38,8% και έφτασαν τα 24,1 εκ. ευρώ από 39,4 εκ. ευρώ και προς τη Νιγηρία στα 13,9 εκ. ευρώ από 37,1 εκ. ευρώ.

Οι, επίσης χαμηλές σε αξία, ελληνικές εξαγωγές προς την Ωκεανία, σημείωσαν αύξηση 9,8% (από 100,6 εκ. ευρώ σε 110,4 εκ. ευρώ). Η αύξηση αυτή οφείλεται στην άνοδο των εξαγωγών προς την Αυστραλία κατά 11,4% (από 89,9 εκ. ευρώ στα 100,1 εκ. ευρώ), ενώ αυτές προς τη Νέα Ζηλανδία κυμάνθηκαν στα ίδια περίπου χαμηλά επίπεδα (από 10,7 εκ. ευρώ σε 10,3 εκ. ευρώ).